- βιβλιοχαρτοπωλείο
- τομαγαζί, όπου πωλούνται βιβλία και είδη γραφικής ύλης: Κάθε Σεπτέμβριο τα βιβλιοχαρτοπωλεία είναι γεμάτα από μαθητές.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
βιβλιοχαρτοπωλείο — το κατάστημα πώλησης βιβλίων και γραφικής ύλης. [ΕΤΥΜΟΛ. < βιβλιοχαρτοπώλης. Η λ. μαρτυρείται από το 1887 στην εφημερίδα Ακρόπολις] … Dictionary of Greek